Δαμιανοῦ

Δαμιανοῦ
Δαμιανός
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Κινηματογράφος — ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ Η παρατεταμένη προϊστορία Στο ξεκίνημα του εικοστού αιώνα ο ελληνικός κινηματογράφος ακολουθεί κοινή πορεία με τον κινηματογράφο των υπόλοιπων μικρών περιφερειακών χωρών, οι οποίες παρακολουθούν με θαυμασμό και τάσεις… …   Dictionary of Greek

  • Μπενάκη, Μουσείο — Μουσείο της Αθήνας, που ίδρυσε το 1930 ο Αντώνιος Μπενάκης (βλ. λ.). Αποτελεί ίδρυμα επιχορηγούμενο από το δημόσιο και στεγάζεται στο αρχοντικό του Εμμανουήλ Μπενάκη (γωνία Βασιλίσσης Σοφίας και Κουμπάρη). Το Μουσείο δημιουργήθηκε από τις… …   Dictionary of Greek

  • Αναστάσιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Α. ο μάρτυς. Η μνήμη του τιμάται στις 25 Οκτωβρίου. 2. Επίσκοπος Ιεροσολύμων. Η μνήμη του τιμάται στις 10 Φεβρουαρίου. 3. Α. ο ιερομάρτυς. Διετέλεσεεπίσκοπος Αντιοχείας και ασκήτεψε στο Σινά. Πέθανε …   Dictionary of Greek

  • Ασίζι — (Assisi).Πόλη (24.300 κάτ. το 2002) της Ιταλίας. Αρχαίος ομβρικός οικισμός, σε ένα μικρό ύψωμα του βουνού Σουμπάζιο, υπήρξε αργότερα ρωμαϊκός δήμος, ελεύθερη κοινότητα στον Μεσαίωνα και στη συνέχεια φέουδο διαφόρων ιταλικών κρατιδίων. Σήμερα… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… …   Dictionary of Greek

  • Θεοδότη — I (5ος αι. π.Χ.). Εταίρα, σύγχρονη της Ασπασίας. Στα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα αναφέρεται συζήτησή της με τον Σωκράτη, ο οποίος προσπαθεί να την πείσει πως και στη γυναίκα το πνεύμα είναι πιο σημαντικό από το κάλλος. Κατά τον Αθήναιο, υπήρξε… …   Dictionary of Greek

  • Καιλεστίνος — (Celestine).Όνομα πέντε παπών και ενός αντίπαπα της Ρώμης. 1. Κ. A’ (; – 432). Πάπας της Ρώμης (422 432). Καταγόταν από τη Νάπολη και διαδέχθηκε τον Βονιφάτιο A’. Στα χρόνια της παπικής εξουσίας του προσαρτήθηκαν στη Δυτ. Καθολική Εκκλησία οι… …   Dictionary of Greek

  • Καιλέστιος — (354; – 427; μ.Χ.).Αιρετικός, μαθητής του Πελαγίου. Βλ. λ. πελαγιανισμός. O πάπας Καιλεστίνος E’, ιδρυτής του μοναχικού τάγματος των Ερημιτών του Αγίου Δαμιανού, σε μικρογραφία της «Ιστορίας των μοναχικών ταγμάτων» (κώδικας του 1334) (Εθνική… …   Dictionary of Greek

  • Λοΐζος, Μάνος — (Αλεξάνδρεια 1937 – Μόσχα 1982). Μουσικοσυνθέτης. Έχοντας παρακολουθήσει μαθήματα μουσικής σε νεαρή ηλικία, ο Λ. έφτασε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 στην Αθήνα για να σπουδάσει. Ξεκίνησε στη φαρμακευτική σχολή, συνέχισε στην εμπορική, αλλά… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης — Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού (Λεωφόρος Στρατού 2, Θεσσαλονίκη) άνοιξε τις πόρτες του για το κοινό το 1994. Προς το παρόν είναι ανοιχτές οχτώ αίθουσες, καθεμία από τις οποίες αποτελεί μία αυτόνομη έκθεση. Αξίζει να τονιστεί ότι τα περισσότερα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”